Κυριακή 29 Μαΐου 2016

ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΛΑΕ: Κείμενο-Παρέμβαση Ελένης Στρατούλη

ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΝ ΤΗΣ ΛΑ.Ε. ΕΝΟΨΕΙ ΤΗΣ ΙΔΡΥΤΙΚΗΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗΣ
Ελένη Στρατούλη
ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ/ΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΕΣ/ΙΕΣ
ΑΙΣΙΟΔΟΞΩ ότι η Ιδρυτική Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, παρά τη μεγάλη της καθυστέρηση, η οποία συνέτεινε ως ένα βαθμό στην ανακοπή της αρχικής δυναμικής μας, θα δώσει στη ΛΑ.Ε. την ισχυρή και σταθερή ώθηση προς τα μπρος, που έχει ανάγκη για να ξεφύγει από τον κίνδυνο της μιζέριας και της τελμάτωσης και να μπορέσει να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην ανατροπή του μνημονιακού πολιτικού σκηνικού.
Στο διάλογο για τις θέσεις και προγραμματικές κατευθύνσεις της ΛΑ.Ε. θα συμμετάσχω με το παρακάτω κομμάτι του συνολικού προβληματισμού μου, που απορρέει από τη μικρή μεν πολιτική εμπειρία και γνώση μου, από τη μεγάλη δε αγωνία και επιθυμία μου να υπάρξει πειστική και αποτελεσματική εναλλακτική πρόταση απέναντι στον αρμαγεδώνα των μνημονιακών πολιτικών, με προοπτική τον σοσιαλισμό και να είναι η ΛΑ.Ε. ο αριστερός πολιτικός φορέας, που θα την προτείνει και θα την εφαρμόσει:
1.    Κατά τη διάρκεια της Πανελλαδικής Σύσκεψης της ΛΑ.Ε. μεταξύ άλλων τέθηκε το ζήτημα της αυτοκριτικής ως αναγκαίας προϋπόθεσης της επανάκτησης της εμπιστοσύνης του κόσμου στην Αριστερά, αυτοκριτικής τόσο για τη στάση των τάσεων και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που τώρα συνθέτουν και στηρίζουν τη ΛΑ.Ε., κατά το διάστημα των πρώτων μηνών (προ 3ου μνημονίου) διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, όσο και για την εκλογική ήττα της ΛΑ.Ε., του μόνου κόμματος που πρεσβεύει έξοδο από την ευρωζώνη. Όμως, στο σχετικό 2 κεφάλαιο του κειμένου των θέσεων και προγραμματικών κατευθύνσεών της (2.17,2.18,2.19,2.24,2.25), δεν υπάρχει ειλικρινής, επαρκής και ικανοποιητική αυτοκριτική, παρότι επισημαίνεται η ανάγκη της (2.25).
Επίσης, στην Πανελλαδική Σύσκεψη τέθηκε το ζήτημα της συνάφειας λόγων και έργων, όπου μέχρι στιγμής έχουμε σοβαρό πρόβλημα, λόγω έλλειψης συντονισμού, οργάνωσης, συνεννόησης και δυστυχώς όχι μόνον. Η συμπεριφορά και η στάση μας (από θέσεις εξουσίας ή ως μέλη συλλογικών οργάνων) σε σοβαρά κοινωνικά ή και πολιτικά προβλήματα, που απαιτούν συμπόρευση με κινήματα, σύγκρουση με ιδιωτικά συμφέροντα και διακριτή παρουσία μας στη λήψη αποφάσεων, δεν συνάδει πάντα με τις θέσεις και τις αριστερές αρχές μας ούτε είναι πάντα ξεκάθαρη.
Η κοινωνία και ιδίως η νεολαία, που στήριξε το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα αναδεικνύοντάς το σε κορυφαία εκδήλωση αντίστασης του λαού μας, μας καταλογίζει (δικαίως ή αδίκως)τουλάχιστον ατολμία και είναι κι αυτός ένας λόγος, που μέχρι στιγμής δεν μας εμπιστεύεται, μας κρίνει καθημερινά και περιμένει να «αποδείξουμε» στην πράξη ότι αξίζουμε την εμπιστοσύνη της και ότι είμαστε αποφασισμένοι και ικανοί να πραγματοποιήσουμε το πρόγραμμά μας.
2.                Στο κεφάλαιο 5 αναφέρεται με σαφήνεια ότι η ΛΑ.Ε. συγκροτείται ως μετωπικός πολιτικός φορέας της ριζοσπαστικής αντιμνημονιακής αριστεράς , που θα παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και θα αναλάβει τις πρωτοβουλίες να δημιουργηθεί ένα ευρύτερο μέτωπο για την κατάργηση των μνημονίων, το οποίο θα υπάρξει ανάγκη να συμπορευθεί και με αντιμνημονιακές δημοκρατικές, πατριωτικές δυνάμεις, που δεν συμφωνούν κατ’ ανάγκη με το πρόγραμμά μας (5.8).
Είμαι σύμφωνη με τη θέση να προσδιοριστεί (και περιοριστεί) η ΛΑ.Ε. ως μέτωπο της ριζοσπαστικής αντιμνημονιακής αριστεράς. Όμως, ακόμα κι έτσι, υπάρχει ο κίνδυνος να επαναληφθεί το εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ, που και αυτός ξεκίνησε ως ΣΥνασπισμός της ΡΙΖοσπαστικής Αριστεράς, ένα «αριστεροχώρι» κατά τον Αλέξη Τσίπρα, για να καταλήξει, προκειμένου να κυβερνήσει, στην απογοητευτική και καταστροφική κυβερνητική σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ανοίγοντας παράλληλα τυπικά και ουσιαστικά τις πόρτες του σε συμπορευόμενες δημοκρατικές, πατριωτικές και αρχικά ή μόνον λεκτικά αντιμνημονιακές δυνάμεις, που απαρτίζουν πλέον τον «κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ» και κουβαλούν στις αποσκευές τους ατόφιο τον «πασοκισμό» και το νεοφιλελευθερισμό. Η τραυματική εμπειρία του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ είναι σπουδαίο πάθημα-μάθημα για μας.
Ωστόσο, μέχρι τώρα, αντί η ΛΑ.Ε. ως μέτωπο των ριζοσπαστικών αντιμνημονιακών αριστερών δυνάμεων να διευρύνεται, έχει περιοριστεί στην ενσωμάτωση εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων, ρευμάτων κλπ με πολύ μικρή παρουσία και απήχηση και σε συμπόρευση και κοινές δράσεις μόνον με ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΚΚΕ ΜΛ και ΜΛ ΚΚΕ, που είναι μεν κατ’ αρχήν θετικό αλλά ενδέχεται να επηρεάσει την εικόνα μας, τη φυσιογνωμία μας και τις μορφές του αγώνα μας κατά τρόπο, που δεν προωθεί τη διεύρυνση του Μετώπου εντός και εκτός της ΛΑ.Ε.
Εκτός αυτού, η ύπαρξη εντός της ΛΑΕ διαφόρων οργανώσεων και τάσεων δεν πρέπει να καταλήξει όπως στο ΣΥΡΙΖΑ, όπου το δημοκρατικό πλεονέκτημα της πολυφωνίας και η ύπαρξη συνιστωσών, από ένα σημείο και μετά αντιμετωπίστηκε και λειτούργησε με το γνωστό αρνητικό τρόπο.
3.                Στα κεφάλαια 3 και 5 τονίζεται η ανάγκη επανίδρυσης της Αριστεράς, ως συνέπεια θεωρώ του ότι η Αριστερά μεταλλάχτηκε ή διαλύθηκε ή πέθανε ή χρεοκόπησε ή κατακερματίστηκε κλπ, κατά διαφορετικές απόψεις, που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί. Όμως, μέχρι τώρα δεν έχουν γίνει οι απαιτούμενες κινήσεις για το σκοπό αυτό (φόρουμ διαλόγου των αριστερών δυνάμεων, επιστημονική-ιδεολογική μελέτη, συζήτηση, ανάλυση και κατάρτιση κλπ), ιδιαίτερα στην περιφέρεια και ο περισσότερος κόσμος της Αριστεράς είναι ανένταχτος, απόμακρος και προβληματισμένος.
Επίσης, δεν μπορεί να γίνει επανίδρυση της Αριστεράς χωρίς νέα υλικά, νέα εργαλεία, νέους κανόνες και τρόπους οργάνωσης, λειτουργίας και δράσης, νέα πρόσωπα, νέες ιδέες και προπάντων χωρίς νεολαία, η οποία στην πλειοψηφία της μας ταυτίζει με το σύστημα, μας επιρρίπτει ευθύνες, μας θεωρεί βαρετούς και δεν διακρίνει σε μας το διαφορετικό, που αναζητά.
Δυστυχώς, η καχυποψία των λαϊκών στρωμάτων δεν είναι μόνο απέναντι στα κόμματα, που μας ενέταξαν στα μνημόνια, όπως ανακριβώς αναφέρεται (5.2) αλλά αφορά ολόκληρη την Αριστερά.
Η επανίδρυση της Αριστεράς θα πρέπει να λειτουργήσει επιπροσθέτως και στη συνείδηση του λαού, μέσα στην οποία ολόκληρη η Αριστερά, με τη μνημονιακή μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ, εξευτελίστηκε και αντικαταστάθηκε από το «Ολοι ίδιοι είσαστε».
Θα ήθελα να επισημάνω ότι αν στα συλλογικά όργανα της ΛΑ.Ε. επανεκλεγούν κάποια άτομα, που μέσα στους κομματικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς και εν γένει συλλογικούς τους χώρους παρήγαγαν, ανακύκλωναν και συντηρούσαν (και συνεχίζουν να το επιχειρούν) σοβαρές παθογένειες (γραφειοκρατία, συγκεντρωτισμό, επαγγελματισμό, μηχανισμούς, παραγοντισμούς, έλλειψη δημοκρατίας και συλλογικότητας, ιδιοτέλειες, βολέματα, εγωϊσμούς κ.α.,) με ακόμα σοβαρότερες συνέπειες, αυτό θα είναι «κακό σημάδι» για το μέλλον της ΛΑ.Ε.
Η εικόνα μας συντίθεται από τις εικόνες των μελών και στελεχών μας και είναι χρέος μας να διακρίνουμε, καταγγέλλουμε και αποκλείουμε τις παραπάνω περιπτώσεις και συμπεριφορές, που μας εκθέτουν ως σύνολο και κηλιδώνουν το «καθαρό πρόσωπο» του νεοσύστατου πολιτικού μας φορέα.
4.                Στο κεφάλαιο 3 αναλύεται η αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής προοπτικής. Όμως σοβαρό εμπόδιο στην κατεύθυνση αυτή συνιστά η κατάρρευση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού (παλαιότερα) και οι μετέπειτα έως και πρόσφατα εξελίξεις στις πάλαι ποτέ «σοσιαλιστικές» χώρες, καθώς και (πρόσφατα) η πτώση ή τα σοβαρά προβλήματα και αδιέξοδα των αριστερών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής. Μαζί τους γκρεμίστηκε το ορατό και χειροπιαστό οικοδόμημα του οράματος της Αριστεράς, που καλούμαστε να ξαναστήσουμε σχεδόν από την αρχή και με καινούργιο «σχέδιο», αξιοποιώντας ανάλογα και τη θετική και την αρνητική μας εμπειρία.
5.                Στις 25 Γενάρη 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε πανηγυρικά τις βουλευτικές εκλογές με σημαία το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, που όπως λέγαμε, δεν περιλάμβανε όσα θέλαμε αλλά όσα μπορούσαμε να κάνουμε. Ακόμα κι αυτό το «λάιτ» πρόγραμμα, που ο λαός το αγκάλιασε και το πίστεψε λιγότερο ή περισσότερο, ο Αλέξης Τσίπρας στη μετά το τρίτο μνημόνιο εποχή το χαρακτήρισε «αυταπάτες». Ερχόμαστε τώρα εμείς με ένα μεταβατικό πρόγραμμα, που μοιάζει σε πολλά με τις θέσεις, προγράμματα και διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ πριν βάλλει πλώρη για την εξουσία και το προτείνουμε στον ίδιο κόσμο, που όμως στην πλειοψηφία του έχει πλέον πειστεί με διάφορους τρόπους και για διάφορους λόγους, αφενός ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν είναι ρεαλιστικό και αφετέρου ότι είμαστε κι εμείς ανεπαρκείς και αναξιόπιστοι. Προς το παρόν φαντάζει πολύ δύσκολο έως κατόρθωμα το εγχείρημα να πείσουμε για το αντίθετο.
Βάζουμε ξανά στόχο αριστερής κυβέρνησης σε μια περίοδο, που ο λαός υφίσταται απανωτά σοκ από την πολιτική προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ και βιώνει με τον πιο οδυνηρό τρόπο την άνευ όρων υποταγή και αποτυχία της κυβέρνησης «πρώτη φορά Αριστερά», που τη στήριξε και εμπιστεύθηκε σε τρεις συνεχείς εκλογικές διαδικασίες.
Υπό αυτές τις συνθήκες είναι απόλυτα κατανοητή η απογοήτευση, η απαξίωση της πολιτικής και του συνδικαλισμού, η αδράνεια, η αδιαφορία, η αποχή και η μοιρολατρική αντίληψη ότι η οποιασδήποτε μορφής αντίσταση, αντίδραση και αγωνιστική δράση δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα. Γι’ αυτό οι μεγαλοστομίες για «παλλαϊκό ξεσηκωμό» στην παρούσα φάση δεν έχουν αντίκρισμα, όπως αποδεικνύει το ότι στα καλέσματά μας για συμμετοχή σε κινητοποιήσεις δεν υπάρχει η ανταπόκριση, που επιβάλλει η σφοδρότητα της μνημονιακής πολιτικής.
Πόσο θα ενέπνεε το πρόγραμμά μας αν δεν υπήρχε ο νεομνημονιακός «κυβερνών ΣΥΡΙΖΑ»!
6.                Στο κείμενο των θέσεων και προγραμματικών μας κατευθύνσεων αναφέρεται ότι σήμερα αντικειμενικά μπορεί να υπάρξει ριζοσπαστική εναλλακτική πολιτική, η οποία να στηρίζεται στο μεταβατικό πρόγραμμα φιλολαϊκής διεξόδου από την κρίση (2.25), ότι είναι ζητούμενο η ανάδειξη κυβέρνησης της μαχόμενης Αριστεράς (3.8), που θα στηρίζεται σε μια μεγάλη άνοδο της λαϊκής κινητοποίησης, οργάνωσης και συνειδητοποίησης, καθώς και ότι άμεσος στόχος είναι η ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών και του πολιτικού συστήματος που τις υποστηρίζουν, σε ρήξη με το ευρωσύστημα(3.6). Αναγνωρίζεται ωστόσο ότι η ανάδειξη αριστερής κυβέρνησης με βάση το μεταβατικό πρόγραμμα δεν μπορεί να αποτελεί για την αριστερά αυτοσκοπό, ούτε η αιώνια καθήλωση στην αντιπολίτευση (3.7), ότι η ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής προϋποθέτει και την απομάκρυνση και της σημερινής κυβέρνησης και συνολικά του μνημονιακού μπλοκ αλλά και ότι σήμερα δεν εμφανίζεται ως άμεσα ρεαλιστική η δυνατότητα για προώθηση εναλλακτικής λύσης και σε κυβερνητικό επίπεδο, ενώ υπάρχει η δυναμική ανατροπών, που πρέπει να επιταχύνουμε (5.5).
Στις θέσεις αυτές, έτσι όπως διατυπώνονται, θεωρώ ότι υπάρχει μια σοβαρή αν όχι αντίφαση, οπωσδήποτε ασάφεια, που οδηγεί σε πρώτο χρόνο σε αδιέξοδο ή σε φαύλο κύκλο:
Αφού πράγματι δεν είναι εφικτό να αναδείξουμε άμεσα αριστερή κυβέρνηση, που θα εφαρμόσει το μεταβατικό μας πρόγραμμα, ποιος θα είναι ο στόχος μας εν τω μεταξύ; Αν ο άμεσος στόχος μας είναι η ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών, που συνδέεται αναπόσπαστα με την ανατροπή των μνημονιακών κυβερνήσεων (και της σημερινής), ποιος πολιτικός φορέας ή σχήμα θα καλύψει τη θέση τους άμεσα στην κυβέρνηση, αφού αναγνωρίζουμε ότι ο στόχος της αριστερής κυβέρνησης δεν είναι άμεσα εφικτός; Πώς θα πειστούν οι ευρύτερες μάζες ότι υπάρχει ρεαλιστική και αναγκαία εναλλακτική πολιτική (2.21); Και αν δεν πειστούν, πώς θα επιβληθεί η ανατροπή, που προϋποθέτει ισχυρό μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων (3.9); Αν πάλι αναγκαστικά ο άμεσος στόχος μας είναι η ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών με την άσκηση εκτός και κυρίως εντός Βουλής αντιπολίτευσης μέχρι να ωριμάσουν οι συνθήκες για την ανάδειξη αριστερής κυβέρνησης, ο λαός στην πλειοψηφία του δεν φαίνεται προς το παρόν να έχει ούτε την υπομονή, ούτε την αντοχή, ούτε τη δύναμη, ούτε τη διάθεση μετά την απογοήτευση που εισέπραξε, να ξεκινήσει αγώνα «φτου κι απ’ την αρχή» για να δει την ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ και την πορεία του προς την κυβέρνηση να επαναλαμβάνεται με υποκείμενο άλλον πολιτικό φορέα, χωρίς «λάθη» και «κωλοτούμπες» αυτή τη φορά, με την ελπίδα ότι μπορεί να υπάρξει διέξοδος από την κρίση αλλά στο απώτερο μέλλον, άγνωστο πότε, όταν θα ξανασφυρίξει το τρένο της Αριστεράς! Πιο απλά, ο αναγκαστικά άμεσος στόχος μας άσκησης αντιπολίτευσης στην παρούσα φάση δεν μπορεί να εμπνεύσει και συνεγείρει σε «παλλαϊκό ξεσηκωμό» για την ανατροπή και ο λαός, ελλείψει δικής μας άμεσης εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης, θα υπομένει ως αναγκαίο κακό την εναλλαγή στην κυβέρνηση των κομμάτων του δικομματισμού και δεν θα μας «βλέπει» σαν τον φορέα της λύσης. Χωρίς λαϊκή εξέγερση και ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών και κυβερνήσεων δεν υπάρχει άμεση κυβερνητική πρόταση αλλά και χωρίς άμεση κυβερνητική πρόταση δεν υπάρχει λαϊκή εξέγερση και ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών!
Πέραν αυτών, πώς θα μπορέσουμε να διευρύνουμε τη συζήτηση για το μεταβατικό μας πρόγραμμα και ιδιαίτερα για την έξοδο από την ευρωζώνη και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, που όλο και πιο πολύ φαίνεται να κερδίζει έδαφος ως η μόνη και αναγκαία λύση, αφού ως εξωκοινοβουλευτική δύναμη δεν έχουμε παρά ελάχιστη πρόσβαση στα πανίσχυρα ΜΜΕ και επιπλέον, στερούμαστε οικονομικών πόρων, όλως απαραίτητων για την προβολή των θέσεών μας και την ανάπτυξη των αγώνων μας; Μήπως και για το λόγο αυτό πιο άμεσα αναγκαίος καθίσταται ο στόχος εισόδου μας στη Βουλή;
Συνεπώς, ο άμεσα εφικτός στόχος μας, που όμως δεν τον διατυπώνουμε ξεκάθαρα, δεν μπορεί παρά να είναι η αντίσταση στις μνημονιακές πολιτικές και η είσοδός μας στη Βουλή για την άσκηση αντιπολίτευσης (και εξασφάλιση της πολιτικής επιβίωσης της ΛΑ.Ε.), που και αυτός ο στόχος δεν διαφαίνεται τόσο άμεσος, αφού οι εκλογές μάλλον απομακρύνονται, ούτε τόσο σίγουρος αν δεν προχωρήσει εντός και εκτός της ΛΑ.Ε. η συγκρότηση ευρύτερου πολιτικού και κοινωνικού Μετώπου, την οποία όμως δυσκολεύουν τα προβλήματα που εδώ αναφέρω (και όχι μόνον). Αλλά και η είσοδός μας στη Βουλή, αν δεν κατορθώσουμε να εξασφαλίσουμε εντός αυτής οι αριστερές και αντιμνημονιακές δυνάμεις αξιόλογη δύναμη, δεν είναι ικανή να προκαλέσει σοβαρές εξελίξεις και ανακατατάξεις, ώστε να φαίνεται περισσότερο κοντινή και όχι μακρινό όνειρο η προοπτική εφαρμογής του προγράμματός μας με την ανάδειξη μιας πραγματικά αριστερής κυβέρνησης.
Φυσικά, ο πολιτικός χρόνος είναι πολύ πυκνός και μας επιφυλάσσει απρόβλεπτες εξελίξεις και ανατροπές, στις οποίες πρέπει όχι μόνο να συμμετέχουμε αλλά και να συμβάλλουμε, με όποιο τρόπο μας επιτρέπουν ή μας επιβάλλουν οι συνθήκες.
7.           Στο κείμενο των προγραμματικών μας κατευθύνσεων και γενικά στον πολιτικό μας λόγο παραβλέπεται ή υποτιμάται ή παραλείπεται και σε κάθε περίπτωση δεν εκτίθεται με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σαφήνεια το είδος, η σοβαρότητα και η διάρκεια των προβλημάτων και δυσκολιών, που ενέχει η εφαρμογή του μεταβατικού μας προγράμματος, τα οποία αποτελούν τη βασική αιτία του φόβου και της διστακτικότητας του λαού και αξιοποιούνται στο έπακρο από τις αντίπαλες δυνάμεις και τα ΜΜΕ για να τον παραπλανήσουν, να τον φοβίσουν και να τον αδρανοποιήσουν.
8.                Στο κεφάλαιο 4.10 αναφέρεται ότι η εφαρμογή του μεταβατικού μας σχεδίου είναι βέβαιο ότι θα μας φέρει αντιμέτωπους με τον ωμό εκβιασμό της αντιλαϊκής και αυταρχικής Ευρωπαϊκής Ενωσης και ότι στην περίπτωση αυτή ως κυβέρνηση θα καλέσουμε το λαό σε δημοψήφισμα για την έξοδό μας ή όχι από την ΕΕ.
Ωστόσο, αν το δημοψήφισμα είναι αρνητικό στην έξοδο, πώς θα μπορέσουμε να εφαρμόσουμε το πρόγραμμά μας; Δεν θα κινδυνεύουμε να υποκύψουμε στον βέβαιο και ωμό εκβιασμό όπως ο ΣΥΡΙΖΑ; Και αν το δημοψήφισμα είναι θετικό στην έξοδο, πώς θα καλύψουμε σε πρώτη φάση το κενό των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, επιδοτήσεων και χρηματοδοτήσεων, από τα οποία (με τα γνωστά δυσβάστακτα και πολλαπλής αξίας «ανταλλάγματα» από μέρους μας) εξαρτάται οικονομικά κάθε τομέας της ζωής της χώρας μας, έως ότου επιτύχουμε οικονομική ανάκαμψη και παραγωγική ανασυγκρότηση; Μήπως η θέση μας πρέπει να είναι εξαρχής ξεκάθαρη για έξοδο όχι μόνο απ’ την ευρωζώνη αλλά και από την Ε.Ε., προβλέποντας, προτείνοντας και προετοιμάζοντας τρόπους αντιμετώπισης και αυτής της εξέλιξης;
Επίσης, στις προγραμματικές μας κατευθύνσεις αντιμετωπίζεται ως δεδομένη η συνέχιση ύπαρξης της Ε.Ε. με τη μορφή που έχει σήμερα αλλά δεν υπάρχει καμία αναφορά για την περίπτωση διάλυσής της ή διάσπασής της και πώς θα αντιμετωπίσουμε κάτι τέτοιο.
Πέραν τούτων, δεν υπάρχει καμία αναφορά για την περίπτωση, που η Ελλάδα των μνημονιακών κυβερνήσεων αναγκαστεί να αποχωρήσει από την ευρωζώνη (GREXIT) υπό την πίεση και με τους όρους των δανειστών.
9.                Η οικονομική μας πρόταση, όπως διατυπώνεται στο κεφάλαιο 4, θα πρέπει να υποβάλλεται συνεχώς στη «βάσανο» ενός συνεχούς διαλόγου μέσα στη ΛΑ.Ε. για περαιτέρω επεξεργασία, ανάλυση, διασαφήνιση και επικαιροποίηση, σε επίπεδο πολιτικό, επιστημονικό και τεχνοκρατικό, με παράλληλη εκλαϊκευσή της, που θα απαντά σε συγκεκριμένα ερωτήματα, προβληματισμούς, φόβους και αγωνίες, που μας διατυπώνονται συνεχώς και έντονα, καλόπιστα ή κακόπιστα.
10.                Στο κεφάλαιο 4.11 αναφέρεται η ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων αλλά στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τις τυχόν απαιτήσεις αποζημίωσης και τις εν γένει νομικές συνέπειες της ακύρωσης των σχετικών συμβάσεων.
11.          Μεταξύ των αλλαγών που απαιτούνται για την αποτελεσματική λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, πέραν αυτών που αναφέρονται στο κεφάλαιο 4.22, είναι η δημιουργία νέων σταθερών θέσεων εργασίας και η κάλυψη των κενών με μόνιμο προσωπικό, η κατάργηση της γραφειοκρατίας, η συνεχής, πραγματική, αμερόληπτη και δίκαιη αξιολόγηση, η συνεχής επιμόρφωση, ο έλεγχος και των ελεγχόντων, ο επανέλεγχος των τίτλων σπουδών και των λοιπών προϋποθέσεων πρόσληψης και υπηρεσιακής ανέλιξης, η καταπολέμηση της ρουσφετολογικής πρόσληψης και της ρουσφετολογικής εξυπηρέτησης, η ισότιμη και όχι επιλεκτική εφαρμογή των νόμων και του θεσμικού πλαισίου, η αποτροπή και πάταξη φαινομένων διαφθοράς και διαπλοκής κ.α. Επισημαίνω ότι τα δείγματα στάσης και συμπεριφοράς αρκετών αυτοχαρακτηριζόμενων αριστερών στο ζήτημα της αξιοκρατικής στελέχωσης και κατανομής των διαφόρων δημοσίων θέσεων (διευθυντές, διοικητές κ.λ.π.) αλλά και στον τομέα της εργασίας και των καθηκόντων τους ως δημοσίων υπαλλήλων, από την περίοδο ακόμη της πρώτης περιόδου της διακυβέρνησης του (ενιαίου) ΣΥΡΙΖΑ (υπενθυμίζω ότι τα κατά τόπους κομματικά όργανα τότε συνεδρίαζαν μόνο για τους διορισμούς), είναι αποθαρρυντικά και πλήττουν το ηθικό πλεονέκτημα όλης της Αριστεράς.
12.          Στο κεφάλαιο 5.9 να αναφερθεί και το ιδιαίτερης σημασίας στις παρούσες συνθήκες αντιπολεμικό κίνημα.
Μετά την ήττα μας στις εκλογές του Σεπτέμβρη διαπιστώνεται σταδιακή μείωση της συμμετοχής στις διαδικασίες και στις κινητοποιήσεις της ΛΑ.Ε. Αυτή η πραγματικότητα και οι αιτίες της πρέπει να συζητηθούν και αναλυθούν στο Συνέδριό μας, με ισχυρή δόση αυτοκριτικής, που δεν πρέπει να καταλήξει σε εσωστρέφεια.
Η απογοήτευση, η απελπισία και ο θυμός του ελληνικού λαού αργά ή γρήγορα θα εκδηλωθεί εκρηκτικά και ανατρεπτικά. Οταν - και με τη δική μας παρέμβαση - θα συμβεί αυτό, η αντιμνημονιακή ριζοσπαστική Αριστερά παρά τα αντικειμενικά προβλήματα και τις αδυναμίες της επιβάλλεται να είναι ενωμένη, πανέτοιμη, δυνατή, τολμηρή, ειλικρινής και αξιόπιστη. Για να γίνει το όραμα του παρόντος η πραγματικότητα του μέλλοντος. Για να μην θαφτεί στα αποκαϊδια η ελπίδα για άλλη μία φορά.-
ΕΥΧΟΜΑΙ ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΣΤΗΝ ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΛΑ.Ε
ΚΕΡΚΥΡΑ, 28 Μαϊου 2016
ΕΛΕΝΗ ΣΤΡΑΤΟΥΛΗ
Μέλος του προσωρινού Πολιτικού Συμβουλίου και της προσωρινής Γραμματείας της Π.Ε. της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ (ΜΕΣΗ-ΠΟΛΗ)
 
 

 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου